Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Αντίθετοι S&P και Fitch στην αναδιάρθρωση


Επικριτικοί με τις αστοχίες τους προγράμματος οικονομικής σταθεροποίησης που έχει συμφωνηθεί με την τρόικα, αλλά, παρ' όλα αυτά, ενάντιοι στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους, εμφανίζονται οι ιδιωτικοί οίκοι αξιολόγησης Standard & Poor' s και Fitch, όταν ρωτήθηκαν από την ελληνική οικονομική εφημερίδα «Ναυτεμπορική».




Πιθανότητες 25% για το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους δίνει ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor's, εκτιμώντας όμως ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι «αναπόφευκτη» και ότι η πραγματοποίησή της από την ελληνική κυβέρνηση θα είχε τις συνέπειες μια κανονικής πτώχευσης.
Υπέρ της συνέχισης της στήριξης της Ελλάδας από κεφάλαια της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, μαζί με μια αναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου, αλλά όχι και του συνολικού χρέους, τάσσεται ο οίκος αξιολόγησης Fitch. «Με την εφαρμογή του μνημονίου, το φαινόμενο της χρεοκοπίας εμφανίζεται να απομακρύνεται, όσο η Ελλάδα πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς και διαρθρωτικούς στόχους». Αναλυτικότερα, οι εκπρόσωποι των δυο οίκων δήλωσαν:
Moris Kraemer, Αναλυτής της Standard & Poor’s
Ο αναλυτής του οίκου, Moris Kraemer, δεν απέκλεισε εντελώς το ενδεχόμενο της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Τόνισε ότι αυτό έχει αυξηθεί σημαντικά για την Ελλάδα, σε σύγκριση με τα προηγούμενα 1-2 χρόνια. Με δεδομένο ότι η Ελλάδα υποβαθμίστηκε από τον ξένο οίκο στη βαθμίδα ΒΒ -, τον περασμένο Μάρτιο, τόνισε ότι «οι στατιστικές δείχνουν πως περίπου το 25% των χωρών με πιστοληπτική ΒΒ καταλήγουν σε πτώχευση ή κάποια άλλου είδους αναδιάρθρωση του χρέους τους».
Ξεκαθάρισε όμως ότι αυτό δεν σημαίνει ότι η αναδιάρθρωση είναι προ των πυλών. «Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρηθεί η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ως αναπόφευκτη», τονίζει ο Kraemer, για να προσθέσει: «Θα πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι η οποιασδήποτε μορφή αναδιάρθρωση χρέους υιοθετείται από τις αγορές ως πτώχευση. Κατά συνέπεια, όσοι το αποφασίσουν, θα πρέπει να προσέξουν πολύ τις κινήσεις τους».
Στο ενδεχόμενο να ληφθεί τελικά μια τέτοια απόφαση τονίζει ότι μια επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής των ομολόγων, όπως αυτή που έγινε και με το δάνειο των 110 δισ. ευρώ από Ε.Ε. και ΔΝΤ, θα βοηθούσε την Ελλάδα, αφού θα μείωνε τις ανάγκες χρηματοδότησης του χρέους. Παρ' όλα αυτά, και μια τέτοια κίνηση θα εκλαμβάνονταν από τις αγορές ως χρεοκοπία, με δεδομένο ότι η Ελλάδα θα γινόταν μια χώρα η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Αυτό είτε αφορά στην επιμήκυνση των δανείων της είτε αφορά στο «κούρεμα» των δανείων σε ποσοστό 50%, όπως είναι η φήμη που διαδίδεται τον τελευταίο καιρό.
Με αυτό το δεδομένο, ο ξένος εμπειρογνώμονας εξήγησε και την υποβάθμιση της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒ-, στα τέλη Μαρτίου. Το περιθώριο που έδινε η συμφωνία των Ευρωπαίων ηγετών στις 24-25 Μαρτίου για την αναδιάρθρωση χρέους των χωρών - μελών με μεγάλο δημοσιονομικό πρόβλημα, αύξησε το ρίσκο η πιθανότητα αυτή να γίνει πραγματικότητα. Κάνοντας ένα γενικότερο σχόλιο για την ελληνική οικονομία, ο εκπρόσωπος του οίκου είναι μάλλον επικριτικός. Παραδέχεται βέβαια ότι υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα με τα έσοδα και τις περικοπές δαπανών, τα οποία δεν αντιμετωπίζονται από τη μια μέρα στην άλλη.
Paul Rawkins, Αναλυτής του οίκου Fitch
O αναλυτής της Fitch, Paul Rawkins, μετέφερε τις παρατηρήσεις του οίκου για την κατάσταση και την προοπτική της ελληνικής οικονομίας. Στο κρίσιμο θέμα της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, τονίζει ότι,με την εφαρμογή του μνημονίου, το φαινόμενο της χρεοκοπίας φαίνεται να απομακρύνεται, όσο η Ελλάδα πετυχαίνει τους δημοσιονομικούς και διαρθρωτικούς στόχους που συμφωνούνται κάθε φορά με την Ε.Ε., το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.
Εκφράζει όμως αμφιβολίες για το χρόνο αλλά και την ταχύτητα που μπορεί να αποκλιμακωθεί το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ. Τονίζει, συγκεκριμένα, ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες για τις υποχρεώσεις του δημόσιου χρέους θα παραμείνουν πολύ υψηλές. Συγκεκριμένα, σημειώνει ότι, ακόμη και αν η Ελλάδα πετύχει ρυθμούς ανάπτυξης από το παρελθόν, δηλαδή της τάξης του 3-4% του ΑΕΠ, θα πρέπει να παράλληλα να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα 5-6% του ΑΕΠ, για να μειώσει σταδιακά το χρέος της. Επισημαίνει δε ότι η κάθε μικρή ή μεγάλη απόκλιση θα έχει ως αποτέλεσμα περαιτέρω καθυστέρηση στη μείωση του χρέους.
Αναφερόμενος στο μεγαλεπήβολο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων με στόχο έσοδα ύψους 50 δισ. ευρώ ως το 2015, που ανακοινώθηκε από την ελληνική κυβέρνηση, ο αναλυτής εμφανίζεται κατ' αρχήν θετικός, αλλά πιστεύει ότι το πρόγραμμα δεν θα έχει άμεσα αποτελέσματα. Τονίζει, συγκεκριμένα, ότι θα αρχίσει να αποδίδει αξιόλογα έσοδα από το 2013 και μετά, αφού, παρά την επιστράτευση της κυβέρνησης, θεωρεί ότι πολλές από τις αποκρατικοποιήσεις είναι ακόμη ανώριμες.
Εκφράζει επίσης σημαντικές αμφιβολίες για το γεγονός ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να δανειστεί από τις αγορές μέσα στο 2012. «Υπό τις παρούσες συνθήκες (σ.σ. των πολύ υψηλών επιτοκίων αγοράς), υπάρχει σημαντικός κίνδυνος οι αγορές να μείνουν κλειστές για την Ελλάδα και για το 2012», τονίζει ο κ. Rawkins. Με αυτά τα δεδομένα, βλέπει ως μόνη λύση τη συνέχιση της εξάρτησης της Ελλάδας από τα κεφάλαια της Ε.Ε. και της ΕΚΤ, με πιθανότητα και μιας παράτασης του μνημονίου.
«Αναμένουμε μια ξεκάθαρη και έγκαιρη δήλωση των βασικών δανειστών της Ελλάδας για συνέχιση της στήριξης της ελληνικής οικονομίας και τα επόμενα χρόνια. Προϋπόθεση για κάτι τέτοιο θα είναι η Ελλάδα να ικανοποιεί πλήρως τις υποχρεώσεις του προγράμματος. Μια καθυστερημένη ή ασαφής ανακοίνωση, μόνο κακό θα κάνει, αφού θα καταστήσει ξανά την Ελλάδα στόχο των αγορών, επηρεάζοντας ακόμη πιο πολύ την αξιοπιστία της», σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Rawkins.
Κάνοντας ένα γενικό σχόλιο για την πορεία των δημόσιων οικονομικών, τονίζει ότι, ακόμη και με την πλήρη και επιτυχημένη υιοθέτηση των μεταρρυθμίσεων του μνημονίου, η βραχυπρόθεσμη δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας θα βρίσκεται σε συνεχή επιδείνωση.
Τονίζει, συγκεκριμένα, ότι «ως ποσοστό του ΑΕΠ το ελληνικό δημόσιο χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται, από το 156% που αναμένεται να φτάσει στο τέλος του 2011, στο 160% του ΑΕΠ