Σάββατο 19 Μαΐου 2012

Η τιμή της κόκας


Κανονικά τώρα εγώ έπρεπε να γράφω για τις εκλογές. Δεν μπορώ ωστόσο να κλείσω τα μάτια εμπρός στα κοινωνικά φαινόμενα και στην κρίση που τα προκαλεί.



Τόσος και τόσος κόσμος υποφέρει, ταλαιπωρείται, χάνει τη δουλειά του ή την επιχείρησή του, πώς να το αγνοήσεις δηλαδή; Σε κάθε τομέα της οικονομικής δραστηριότητας, η δυστοκία είναι εμφανής. Ακόμη και στο εμπόριο της κόκας!

Όπως μαθαίνω από έγκυρους κύκλους της δημοσιογραφικής έρευνας (μη με πάρετε τηλέφωνο παρακαλώ, αδυνατώ να σας εξυπηρετήσω), το συγκεκριμένο ναρκωτικό όχι μόνο δεν έχει ενταχθεί στον κύκλο της εσωτερικής υποτίμησης που ονειρεύεται ο χερ Σόϊμπλε, αλλά αντιθέτως αύξησε την τιμή του. Από εκεί που διετίθετο προς 60 ή 70 ευρώ το γραμμάριο προ ΔΝΤ, έφτασε πλέον να τιμάται άνω των 80 ευρώ παρουσιάζοντας μάλλον αυξητικές τάσεις. Όπως όλα τα αγαθά δηλαδή που έρχονται από το εξωτερικό και δεν μπορούμε να κατασκευάσουμε ή να φυτέψουμε στην πατρίδα μας.

Κανονικά, με βάση τους νόμους της οικονομίας, θα έπρεπε η τιμή της κόκας να έχει διολισθήσει. Η ζήτηση, βλέπετε, έπεσε δραματικά, καθώς το κοινό υποφέρει από αφραγκία. «Ολοι θέλουν να ψωνίσουν, δεν υπάρχει όμως ούτε για δείγμα», παραπονούνται οι διακινητές. Και ως γνωστόν πιστωτικές κάρτες δεν χωράνε σε αυτή την περίπτωση, μόνο μετρητά. Με τον περονόσπορο λοιπόν που εχει πέσει στις αμοιβές, που να βρει λεφτά ο κοσμάκης για κάνει καμιά γραμμή της προκοπής; «Κουμπάκιας» καταλήγει ο άλλος, που τις καλές τις μέρες ρούφαγε χιλιόμετρα ολόκληρα.

Οπότε; Ποια είναι η πραγματική αιτία, για το ότι η τιμή της κόκας εχει πάρει την ανηφόρα; Μα τι άλλο, από την έλλειψη καταναλωτικής πίστης, από το credit crunch που λένε και οι ειδικοί! Έφερνε, ας πούμε, ο χονδρέμπορος το πακέτο το μεγάλο και τηλεφωνούσε στους ανθρώπους του να πάρει παραγγελίες. Στις καλές εποχές, όταν δένανε τα σκυλιά με τα λουκάνικα, έφτανε να τους δίνει και ένα και ενάμιση κιλό επί πιστώσει. Μιλάμε για 40 και 50 χιλιάρικα «στον αέρα», για να είμαστε φίλοι. Έτσι δούλευε το σύστημα. Πλέον με την κρίση, κλαίνε μάνες κλαίνε παιδιά. Ζερό η πίστωση, ούτε γραμμάριο δεν κατοχυρώνει ο λιανέμπορος άμα δεν δώσει τα λεφτά μπροστά.

Όπως γίνεται εν ολίγοις με όλες τις εισαγωγές προϊόντων από το εξωτερικό. Πλακάκια θέλεις; Τα λεφτά μπροστά. Σαλάμια θέλεις; Τα λεφτά μπροστά. Φάρμακα θέλεις; Τα λεφτά μπροστά. Αμα δεν σε στηρίζουν οι τράπεζες, άμα δεν σε εμπιστεύονται οι ξένοι πάει και τελείωσες. Και πώς να σε στηρίξουν οι τράπεζες που έχουν στεγνώσει ή να σε εμπιστευτούν οι ξένοι που έχουν φάει ένα σωρό φέσια; Το αυτό συμβαίνει και με το εμπόριο, χονδρική και λιανική, της κόκας.

Δια ταύτα; Πού προσανατολίζονται οι επαγγελματίες; Ανάλογα με την περίπτωση. Άλλοι κλείνουν το μαγαζί και τρώνε απ’ τα έτοιμα, άλλοι κάνουν υπομονή μπας και περάσει επιτέλους η μπόρα και κάποιοι τρίτοι προσπαθούν να μειώσουν τις επισφάλειες αλλάζοντας αντικείμενο. Από την πανάκριβη κόκα, το γυρίζουν στην φθηνή φούντα, στο προσιτό μαυράκι, στα σχετικώς οικονομικά χάπια. Άνθρωποι είναι κι αυτοί, κάπως πρέπει να τα βγάλουν πέρα. Έστω κι αν δεν τα βγάζουν πια απ’ τη μύτη των καταναλωτών.

του Χρήστου Ξανθάκη

via protagon.gr