Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Ο κεραυνός χτύπησε δυο φορές


«Στην πατρίδα μου χάσαμε τις περιουσίες μας ζήσαμε έναν εφιάλτη και τώρα ξανά τα ίδια...»

Αίσθημα άγχους που σε πνίγει. Ανασφάλεια που κι αυτή σε σφίγγει σαν αγχόνη. Διαρκής πάλη με τα όριά σου: άλλοτε να τα ξεπερνάς κι άλλοτε να τα βλέπεις μπροστά σου απειλητικά. Φόβος και ανησυχία. Επιστροφή στα βασικά, στα πολύ βασικά, κι έπειτα εκτόξευση στην κανονικότητα. Μακάρι η οικονομική κρίση, η χρεοκοπία να εξαντλούνταν μόνο σε καβγάδες σε τηλεπαράθυρα και καφενεία. Οσοι την έχουν ζήσει διηγούνται ιστορίες απείρως οδυνηρότερες.

Η καθηγήτρια Βιολογίας Λάουρα Κατανέο έφυγε από την Αργεντινή το 2006 για να δώσει μια ευκαιρία στη ζωή στην Ελλάδα. Πού να φανταζόταν ότι θα ζούσε τον ίδιο εφιάλτη δύο φορές; Παρόλο που το 2006 η Αργεντινή μετρούσε ήδη πέντε χρόνια σε βαθιά κρίση, η κατάσταση στη χώρα δεν έλεγε να εξομαλυνθεί. «Και εκεί άρχισε όπως εδώ», λέει στην «Κ». «Οι βιομηχανίες είχαν εξαφανιστεί. Εισάγαμε τα πάντα. Σιγά σιγά άρχισε να εμφανίζεται το χρέος». Τέλος Οκτωβρίου 2001, ακριβώς πριν από δέκα χρόνια, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την υποτίμηση του πέσο. Από τη μία μέρα στην άλλη, η ισοτιμία δολαρίου - πέσο έγινε από 1:1, 1:3. «Οσοι είχαμε λεφτά στην τράπεζα χάσαμε το ένα τρίτο της περιουσίας μας. Κάποιοι έχασαν τα πάντα». Ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις με τις κατσαρόλες, ενώ παράλληλα ξεπήδησε το κίνημα της ανταλλακτικής οικονομίας. «Πολλοί επέζησαν χάρη σε αυτό», θυμάται η κ. Κατανέο. Την ίδια ώρα, η ανεργία χτυπούσε κόκκινο. «Οι τιμές είχαν παραμείνει ψηλά. Ζοριστήκαμε πολύ». Εφυγε γιατί δεν άντεξε. «Χειρότερο κι από την οικονομική κατάσταση ήταν η εγκληματικότητα. Διαφθορά, κλοπές, φόβος. Δεν αντεχόταν».

Ο Γιώργος Βεβελογιάννης γεννήθηκε στην Αργεντινή από Ελληνες γονείς, οι οποίοι όπως οι περισσότεροι Ελληνες τότε στη χώρα ήταν περιπτεράδες. Ο ίδιος πάντως, δημιουργώντας τη δική του εταιρεία επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία, διέπρεψε, φτιάχνοντας μια καλή ζωή για τον ίδιο και την οικογένειά του. Ομως ήρθε η σαρωτική κρίση. «Ξαφνικά, δεν μπορούσα να πουλήσω τίποτα!», λέει στην «Κ». «Εμεινα με 100.000 τ.μ. απούλητα χωρίς να υπάρχει καμία προοπτική αλλαγής της κατάστασης. Εγινε φανερό ότι ζούσαμε σε μια ψεύτικη χώρα με ένα ψεύτικο νόμισμα. Το 2000 πέθαναν οι αγορές. «Εσκασε» το πέσο και παραδόθηκε στα χέρια της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας. Οι καταθέσεις πάγωσαν. Απλά δεν υπήρχαν λεφτά».

Ακολούθησαν το ξέσπασμα της λαϊκής οργής, οι διαδηλώσεις, το πλιάτσικο. Η ανεργία στο 25%, η φτώχεια στο 50%. Το πρώτο φως άρχισε να αχνοφέγγει το 2003. «Ο νέος πρόεδρος κινητοποίησε την κοιμισμένη βιομηχανία, ενώ παράλληλα έφερε προ διλήμματος το ΔΝΤ. Το 2004 χρωστούσαμε 13.000 δισ. δολάρια. Το Ταμείο πίεζε για να πάρει τα λεφτά του πίσω. Αλλά ο Κίσνερ τους είπε “αν θέλετε να τα πάρετε, θα πληρωθείτε το 70% του χρέους”. Το δέχτηκαν. Τότε οι πιστωτές κρατούσαν την ανάσα τους. Εάν η Αργεντινή έφευγε από το χρέος, θα ακολουθούσαν και άλλες χώρες, γεγονός που θα είχε αντίκτυπο στις διεθνείς χρηματαγορές. Κάπως έτσι άρχισε η ανάκαμψη, στην οποία βοήθησε ο λαός».

Ο κ. Βεβελογιάννης έχασε τα πάντα. Ξεκινώντας πάλι από το μηδέν, στην Ελλάδα, δημιούργησε -τι άλλο;- ένα αργεντίνικο εστιατόριο. «Ολοι φοβούνται μη γίνουμε Αργεντινή. Μα αν γίνουμε Αργεντινή μια χαρά θα τα πάμε! Εκεί κατάλαβαν ότι ο μόνος τρόπος να σωθείς είναι να κάνεις σωστή δουλειά και συλλογική. Οταν έχει απεργία στα ΜΜΜ, να πας με τα πόδια στη δουλειά και όχι να πάρεις ρεπό. Επιθυμία των κερδοσκόπων είναι να “σκάσουμε”. Οπως λέμε στην Αργεντινή, “ας ανάψουμε το πούρο μας με τις φλόγες του εχθρού”».

Της Λινας Γιανναρου

via kathimerini.gr