Η προπαγάνδα ορίζεται συνήθως ως μια συστηματική προσπάθεια επιρροής επί των αντιλήψεων, των απόψεων και των συμπεριφορών μια λίγο ως πολύ σημαντικής μερίδας του πληθυσμού, έτσι ώστε αυτές να στραφούν προς μια δεδομένη κατεύθυνση (αυτήν που επιθυμεί ο επικοινωνητής).
Ένα άλλο στοιχείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε είναι η πρακτική διάσταση της προπαγάνδας, το ότι δηλαδή τελικός σκοπός της είναι η επίτευξη μιας συγκεκριμένης και διαπιστωμένης αλλαγής στη σχέση του δέκτη με την πραγματικότητα (αντίληψη ή συμπεριφορά).
Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τον προπαγανδιστή είναι η αποτελεσματικότητά της και όχι τόσο η ακρίβεια των διακινούμενων περιεχομένων ή ο απόλυτος σεβασμός μιας δεοντολογίας ως προς τη δύναμη.
Ο Εllul προτείνει έναν ορισμό όπου κατά την άποψή του περιλαμβάνονται όσο το δυνατόν περισσότερα σημαίνοντα στοιχεία αναφορικά με αυτήν. Πρόκειται για "...το σύνολο των μεθόδων που χρησιμοποιεί μία οργανωμένη ομάδα με σκοπό την επίτευξη της ενεργητικής ή της παθητικής συμμετοχής στη δράση της μιας μάζας ατόμων ψυχολογικά ενωμένων μέσω κατάλληλων ψυχολογικών ενεργειών και πλαισιωμένων σε μία οργάνωση.
Πρέπει να είναι ολική και συνεχής. Αυτό σημαίνει κατά πρώτον ότι τα διάφορα μέσα (τύπος, ραδιόφωνο, τηλεόραση, αφίσες, συναντήσεις κατ' οίκον κ.ά.) πρέπει να συνδυάζονται (πρόκειται, όπως θα δούμε για τον κανόνα της ενορχήστρωσις), ενώ κάθε ουσιαστική συζήτηση και αντίρρηση πρέπει να τείνει προς την εξαφάνιση ή τον αφανισμό! Το ιδανικό εδώ είναι να αποδέχονται την προπαγάνδα τα μέλη της αντίπαλης ομάδας ή και οι διαφωνούντες.
Πρέπει να είναι οργανωμένη: τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά (συνέχεια, ενορχήστρωση) προϋποθέτουν, ένα συντονισμό, μια οργάνωση σε διοικητικό επίπεδο, ένα «υπουργείο προπαγάνδας» (όποιο όνομα κι αν αυτό έχει). Όμως η προπαγάνδα δεν μπορεί ποτέ να ενεργεί στο κενό, η δράση της δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά και μόνο ψυχολογική, πρέπει να είναι και υλική, να στηρίζεται δηλαδή σε πραγματικές καταστάσεις
Σημαντικό εσωτερικό χαρακτηριστικό της προπαγάνδας είναι η σχέση της με τους αναποφάσιστους, δηλαδή με τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι, χωρίς να είναι ούτε αδιάφοροι ούτε περιθωριακοί (εκτός της κοινωνικής ζωής και πραγματικότητας), δυσκολεύονται να αποφασίσουν σε σχέση με ζητήματα που και οι ίδιοι θεωρούν σημαντικά.
Για να πετύχει τους σκοπούς της ως προς αυτούς, η προπαγάνδα πρέπει να ασχολείται με θέματα μεγάλου συλλογικού ενδιαφέροντος, που είναι σημαντικά για την κοινωνία ή την επιμέρους ομάδα, επειδή πράγματι μέσω της συλλογικής αυτής ενασχόλησης ο καθένας αισθάνεται ότι είναι ενταγμένος στην κοινωνική ζωή.
Τελευταίο ζήτημα εδώ αποτελεί η σχέση της προπαγάνδας με την πραγματικότητα.
Τι σημαίνει λοιπόν "λέω την αλήθεια"; Πολλά νούμερα για παράδειγμα, τα οποία εντάσσονται στον προπαγανδιστικό λόγο, μπορεί να είναι ακριβή, αλλά συνήθως απουσιάζουν τα στοιχεία εκείνα που χρησιμεύουν στην κατανόησή τους και στην εξαγωγή συμπερασμάτων.
Μπορούμε κάλλιστα να δηλώσουμε ότι η παραγωγή αυξήθηκε κατά 30%, αλλά μπορούμε και να αποκρύψουμε με βάση ποιο έτος έγινε αυτή η σύγκριση, όπως μπορούμε να ισχυριστούμε ότι 80% των αναγνωστών μας συμφωνεί με την πρόταση χ, ενώ στην πραγματικότητα αυτοί που συμφωνούν αποτελούν το 80% αυτών που απάντησαν στο γκάλοπ κ.λ.π., κ.λ.π.
Έτσι, η λεπτομέρεια, το επιμέρους στοιχείο, η "αλήθεια" γίνονται ένα είδος άλλοθι για να οδηγηθούν οι δέκτες σε εσφαλμένους ή, στην καλύτερή περίπτωση, σε ασαφείς δρόμους, όπου αυτό που μετράει είναι πάλι το κοινωνιολογικό ρεύμα γνώμης, στην ορμή του οποίου είναι δύσκολο να αντισταθούν.
Λέει ο Ellul : "Η προπαγάνδα είναι καθ' ολοκληρίαν και φύσει μια επιχείρηση παραποίησης της σημασίας του γεγονότος και ψευδούς δήλωση προθέσεων". Από τη μία ο προπαγανδιστής ουδέποτε μπορεί να αποκαλύψει τις πραγματικές προθέσεις αυτού για τον οποίο εργάζεται, έτσι ώστε ούτε οι ευνοϊκά διακείμενοι να μπορούν να τις συζητήσουν, ούτε οι αντίπαλοι να μπορούν να λάβουν τα μέτρα τους - η προπαγάνδα αποτελεί έτσι το παραπέτασμα καπνού πίσω από το οποίο γίνεται η πραγματική μάχη.
Από την άλλη η πηγή της προπαγάνδας όχι απλώς διατείνεται ότι έχει τις καλύτερες προθέσεις, αλλά αποδίδει τις δικές της πραγματικές προθέσεις στον αντίπαλο - όπως συμβαίνει με την πλευρά που επιθυμεί τον πόλεμο και κατηγορεί τον αντίπαλο για φιλοπόλεμη και επιθετική διάθεση και δραστηριότητα.
Κανόνας της προσωποποίησης (ή του μοναδικού εχθρού). Συνίσταται στην (πολλές φορές ταυτόχρονη) συγκέντρωση των ελπίδων του δικού μας στρατοπέδου και του μίσους για το αντίπαλο στρατόπεδο σε ένα και μοναδικό πρόσωπο. Αποτελεί όπως ξέρουμε το απλούστερο και πλέον αποτελεσματικό μέσον αναγωγής της πολιτικής ή άλλης διαμάχης σε μία "συνάντηση" δραματικού-θεαματικού τύπου, που άλλες φορές μπορεί να μοιάζει με το θέατρο και άλλες φορές με αθλητικό αγώνα
Η προσωποποίηση, στην κλασική κυρίως πολιτική προπαγάνδα, έχει ένα ενδιαφέρον τακτικό πλεονέκτημα στο επιχειρηματολογικό, αλλά και στο ψυχολογικό επίπεδο: επιτρέπει στην προπαγανδιστική πηγή να μην παρουσιάσει ως αντίπαλο μια αποφασισμένη μάζα ανθρώπων, αλλά ένα σύνολο εξαπατημένων ατόμων, θύμα μιας συνωμοσίας ενορχηστρωμένης από τον μοναδικό εχθρό και την κλίκα του.
Ένα άλλο στοιχείο στο οποίο πρέπει να σταθούμε είναι η πρακτική διάσταση της προπαγάνδας, το ότι δηλαδή τελικός σκοπός της είναι η επίτευξη μιας συγκεκριμένης και διαπιστωμένης αλλαγής στη σχέση του δέκτη με την πραγματικότητα (αντίληψη ή συμπεριφορά).
Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τον προπαγανδιστή είναι η αποτελεσματικότητά της και όχι τόσο η ακρίβεια των διακινούμενων περιεχομένων ή ο απόλυτος σεβασμός μιας δεοντολογίας ως προς τη δύναμη.
Ο Εllul προτείνει έναν ορισμό όπου κατά την άποψή του περιλαμβάνονται όσο το δυνατόν περισσότερα σημαίνοντα στοιχεία αναφορικά με αυτήν. Πρόκειται για "...το σύνολο των μεθόδων που χρησιμοποιεί μία οργανωμένη ομάδα με σκοπό την επίτευξη της ενεργητικής ή της παθητικής συμμετοχής στη δράση της μιας μάζας ατόμων ψυχολογικά ενωμένων μέσω κατάλληλων ψυχολογικών ενεργειών και πλαισιωμένων σε μία οργάνωση.
Πρέπει να είναι ολική και συνεχής. Αυτό σημαίνει κατά πρώτον ότι τα διάφορα μέσα (τύπος, ραδιόφωνο, τηλεόραση, αφίσες, συναντήσεις κατ' οίκον κ.ά.) πρέπει να συνδυάζονται (πρόκειται, όπως θα δούμε για τον κανόνα της ενορχήστρωσις), ενώ κάθε ουσιαστική συζήτηση και αντίρρηση πρέπει να τείνει προς την εξαφάνιση ή τον αφανισμό! Το ιδανικό εδώ είναι να αποδέχονται την προπαγάνδα τα μέλη της αντίπαλης ομάδας ή και οι διαφωνούντες.
Πρέπει να είναι οργανωμένη: τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά (συνέχεια, ενορχήστρωση) προϋποθέτουν, ένα συντονισμό, μια οργάνωση σε διοικητικό επίπεδο, ένα «υπουργείο προπαγάνδας» (όποιο όνομα κι αν αυτό έχει). Όμως η προπαγάνδα δεν μπορεί ποτέ να ενεργεί στο κενό, η δράση της δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά και μόνο ψυχολογική, πρέπει να είναι και υλική, να στηρίζεται δηλαδή σε πραγματικές καταστάσεις
Σημαντικό εσωτερικό χαρακτηριστικό της προπαγάνδας είναι η σχέση της με τους αναποφάσιστους, δηλαδή με τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι, χωρίς να είναι ούτε αδιάφοροι ούτε περιθωριακοί (εκτός της κοινωνικής ζωής και πραγματικότητας), δυσκολεύονται να αποφασίσουν σε σχέση με ζητήματα που και οι ίδιοι θεωρούν σημαντικά.
Για να πετύχει τους σκοπούς της ως προς αυτούς, η προπαγάνδα πρέπει να ασχολείται με θέματα μεγάλου συλλογικού ενδιαφέροντος, που είναι σημαντικά για την κοινωνία ή την επιμέρους ομάδα, επειδή πράγματι μέσω της συλλογικής αυτής ενασχόλησης ο καθένας αισθάνεται ότι είναι ενταγμένος στην κοινωνική ζωή.
Τελευταίο ζήτημα εδώ αποτελεί η σχέση της προπαγάνδας με την πραγματικότητα.
Τι σημαίνει λοιπόν "λέω την αλήθεια"; Πολλά νούμερα για παράδειγμα, τα οποία εντάσσονται στον προπαγανδιστικό λόγο, μπορεί να είναι ακριβή, αλλά συνήθως απουσιάζουν τα στοιχεία εκείνα που χρησιμεύουν στην κατανόησή τους και στην εξαγωγή συμπερασμάτων.
Μπορούμε κάλλιστα να δηλώσουμε ότι η παραγωγή αυξήθηκε κατά 30%, αλλά μπορούμε και να αποκρύψουμε με βάση ποιο έτος έγινε αυτή η σύγκριση, όπως μπορούμε να ισχυριστούμε ότι 80% των αναγνωστών μας συμφωνεί με την πρόταση χ, ενώ στην πραγματικότητα αυτοί που συμφωνούν αποτελούν το 80% αυτών που απάντησαν στο γκάλοπ κ.λ.π., κ.λ.π.
Έτσι, η λεπτομέρεια, το επιμέρους στοιχείο, η "αλήθεια" γίνονται ένα είδος άλλοθι για να οδηγηθούν οι δέκτες σε εσφαλμένους ή, στην καλύτερή περίπτωση, σε ασαφείς δρόμους, όπου αυτό που μετράει είναι πάλι το κοινωνιολογικό ρεύμα γνώμης, στην ορμή του οποίου είναι δύσκολο να αντισταθούν.
Λέει ο Ellul : "Η προπαγάνδα είναι καθ' ολοκληρίαν και φύσει μια επιχείρηση παραποίησης της σημασίας του γεγονότος και ψευδούς δήλωση προθέσεων". Από τη μία ο προπαγανδιστής ουδέποτε μπορεί να αποκαλύψει τις πραγματικές προθέσεις αυτού για τον οποίο εργάζεται, έτσι ώστε ούτε οι ευνοϊκά διακείμενοι να μπορούν να τις συζητήσουν, ούτε οι αντίπαλοι να μπορούν να λάβουν τα μέτρα τους - η προπαγάνδα αποτελεί έτσι το παραπέτασμα καπνού πίσω από το οποίο γίνεται η πραγματική μάχη.
Από την άλλη η πηγή της προπαγάνδας όχι απλώς διατείνεται ότι έχει τις καλύτερες προθέσεις, αλλά αποδίδει τις δικές της πραγματικές προθέσεις στον αντίπαλο - όπως συμβαίνει με την πλευρά που επιθυμεί τον πόλεμο και κατηγορεί τον αντίπαλο για φιλοπόλεμη και επιθετική διάθεση και δραστηριότητα.
Κανόνας της προσωποποίησης (ή του μοναδικού εχθρού). Συνίσταται στην (πολλές φορές ταυτόχρονη) συγκέντρωση των ελπίδων του δικού μας στρατοπέδου και του μίσους για το αντίπαλο στρατόπεδο σε ένα και μοναδικό πρόσωπο. Αποτελεί όπως ξέρουμε το απλούστερο και πλέον αποτελεσματικό μέσον αναγωγής της πολιτικής ή άλλης διαμάχης σε μία "συνάντηση" δραματικού-θεαματικού τύπου, που άλλες φορές μπορεί να μοιάζει με το θέατρο και άλλες φορές με αθλητικό αγώνα
Η προσωποποίηση, στην κλασική κυρίως πολιτική προπαγάνδα, έχει ένα ενδιαφέρον τακτικό πλεονέκτημα στο επιχειρηματολογικό, αλλά και στο ψυχολογικό επίπεδο: επιτρέπει στην προπαγανδιστική πηγή να μην παρουσιάσει ως αντίπαλο μια αποφασισμένη μάζα ανθρώπων, αλλά ένα σύνολο εξαπατημένων ατόμων, θύμα μιας συνωμοσίας ενορχηστρωμένης από τον μοναδικό εχθρό και την κλίκα του.