Σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε την Τρίτη στο Βερολίνο, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ είπε ότι πρέπει πρώτα να δει την έκθεση της τρέχουσας αποστολής στην Αθήνα του κλιμακίου της τρόικας, που ελέγχει την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις, πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για χαλάρωση στους όρους διάσωσης της Ελλάδας.
«Πρέπει να αναλύσω τα πορίσματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου πρώτα και δεν μπορώ να σχολιάσω πριν από αυτό» είπε σε ανταποκριτές στο Βερολίνο. «Οτιδήποτε άλλο δεν θα βοηθήσει την Ελλάδα ή την Ευρώπη». Η έκθεση της τρόικας αναμένεται τον Ιούνιο.
Αναγνώρισε ωστόσο τις μέχρι τώρα προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης αλλά ταυτόχρονα άσκησε και πίεση για την εφαρμογή του προγράμματος σταθεροποίησης και των συμφωνηθέντων για τις αποκρατικοποιήσεις.
«Στους πολίτες της Ελλάδας λέω ότι δεν είναι απλός δρόμος, αυτό το γνωρίζουμε, αλλά πιστεύω ότι στο τέλος ενός τέτοιου δρόμου η Ελλάδα θα είναι ισχυρότερη απ' ό, τι στην αρχή του προγράμματος» είπε χαρακτηριστικά.
Η κ. Μέρκελ υπενθύμισε τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του περασμένου Μαρτίου για τη μείωση του επιτοκίου, με αντάλλαγμα τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων ύψους 50 δις ευρώ.
Πρόσθεσε ακόμα με νόημα ότι «έχουμε ένα ζωτικό συμφέρον να βρίσκονται όλες οι ευρωπαϊκές χώρες σε σωστό οικονομικό δρόμο».
Η καγκελάριος Μέρκελ θα συναντηθεί στο Βερολίνο την Τετάρτη με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο και την Πέμπτη με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ.
Την ίδια στιγμή, βουλευτής του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών έκανε λόγο για ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες η Ελλάδα δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την εκταμίευση της επόμενης «γραμμής» χρηματοδότησης από το δάνειο των 110 δισ. ευρώ.
Η Γερμανίδα καγκελάριος τις τελευταίες ημέρες είχε αποφύγει να εκφραστεί επισήμως αναφορικά με τα σενάρια που έθεταν την Ελλάδα σε πορεία εξόδου από την ευρωζώνη.
Η σιωπή αυτή επέτεινε τη διχογνωμία εντός του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία αλλά και στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συνεργάτες της κυρίας Μέρκελ, όπως ο Λαρς Φελντ δήλωσαν τις προηγούμενες ημέρες ότι «η αναδιάρθρωση είναι αναπόφευκτη για την Ελλάδα» ενώ ο βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών Φρανκ Σέφλερ δήλωσε ότι «οποιοδήποτε μέλος της ΕΕ θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να φύγει από την Ένωση και αν η Ελλάδα το θέλει αυτό εμείς θα την υποστηρίξουμε».
Σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αλλά και του εκπροσώπου των Χριστιανοδημοκρατών Μίκαελ Μάιστερ οι οποίοι επέμειναν ότι «η αναδιάρθρωση θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που ήδη έχουμε».
Απόκλιση σχετικά με τη διάσωση της Ελλάδας παρατηρείται επίσης και στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς η Γερμανία εμφανίζεται να επιθυμεί μία ήπια αναδιάρθρωση, πιθανόν με τη μορφή επιμήκυνσης της διάρκειας ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων, ενώ η Γαλλία και η ΕΚΤ προκρίνουν τη λύση ενός νέου πακέτου στήριξης στην Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Φρανσουά Φιγιόν υπογράμμισε χθες ότι «επιβάλλεται να συνεχίσουμε να δείχνουμε αλληλεγγύη προς την Ελλάδα», προσθέτοντας ότι αυτή θα πρέπει να συνδέεται με βαθιές οικονομικές μεταρρυθμίσεις εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Γιούργκεν Σταρκ δήλωσε ότι η βοήθεια προς την Ελλάδα «δεν είναι ένα πηγάδι χωρίς πάτο» και ότι η χώρα «δεν είναι αφερέγγυα», προσθέτοντας ότι μία αναδιάρθρωση (του χρέους) δεν αποτελεί λύση.
Επίσης το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστρίας, Έβαλντ Νοβότνι τάχθηκε κατά του «κουρέματος» των ελληνικών ομολόγων, σε συνέντευξη που έδωσε σε αυστριακό ραδιοφωνικό σταθμό.
«Πρέπει να γίνει συνείδηση ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα είχε αμέσως μαζικές συνέπειες για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και συνολικά για το τραπεζικό σύστημα. Το μόνο που θα έκανε, θα ήταν να ενισχύσει την κρίση», πρόσθεσε.
Στην ερώτηση, αν η Ελλάδα θα χρειασθεί να λάβει νέα δάνεια, ο κ. Νοβότνι απάντησε: «Δεν χρειάζεται να είναι νέα δάνεια. Μπορεί να είναι επίσης θέμα του χρονικού ορίζοντα που κάποιος πρέπει να αποπληρώσει», προσθέτοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει 25 έως 30 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο. «Η υπόθεση ήταν ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές τον επόμενο χρόνο», συνέχισε, προσθέτοντας: «Τώρα, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Το ερώτημα τώρα είναι πώς θα λυθεί αυτό το πρόβλημα».
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κάτοχος ελληνικών κρατικών ομολόγων, αρνείται κατηγορηματικά να κάνει λόγο για αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσιονομικού χρέους, την οποία θεωρεί αρνητικό μήνυμα προς τις αγορές.
Οι αγορές εμφανίζονται ήδη πεπεισμένες ότι η Ελλάδα δεν θα μπορεί να επιλύσει τα προβλήματά της αρκούμενη σε μία επείγουσα βοήθεια ύψους 110 δισεκατομμυρίων ευρώ που έλαβε πριν από έναν χρόνο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
«Πρέπει να αναλύσω τα πορίσματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου πρώτα και δεν μπορώ να σχολιάσω πριν από αυτό» είπε σε ανταποκριτές στο Βερολίνο. «Οτιδήποτε άλλο δεν θα βοηθήσει την Ελλάδα ή την Ευρώπη». Η έκθεση της τρόικας αναμένεται τον Ιούνιο.
Αναγνώρισε ωστόσο τις μέχρι τώρα προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης αλλά ταυτόχρονα άσκησε και πίεση για την εφαρμογή του προγράμματος σταθεροποίησης και των συμφωνηθέντων για τις αποκρατικοποιήσεις.
«Στους πολίτες της Ελλάδας λέω ότι δεν είναι απλός δρόμος, αυτό το γνωρίζουμε, αλλά πιστεύω ότι στο τέλος ενός τέτοιου δρόμου η Ελλάδα θα είναι ισχυρότερη απ' ό, τι στην αρχή του προγράμματος» είπε χαρακτηριστικά.
Η κ. Μέρκελ υπενθύμισε τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του περασμένου Μαρτίου για τη μείωση του επιτοκίου, με αντάλλαγμα τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων ύψους 50 δις ευρώ.
Πρόσθεσε ακόμα με νόημα ότι «έχουμε ένα ζωτικό συμφέρον να βρίσκονται όλες οι ευρωπαϊκές χώρες σε σωστό οικονομικό δρόμο».
Η καγκελάριος Μέρκελ θα συναντηθεί στο Βερολίνο την Τετάρτη με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο και την Πέμπτη με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ.
Την ίδια στιγμή, βουλευτής του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών έκανε λόγο για ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες η Ελλάδα δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την εκταμίευση της επόμενης «γραμμής» χρηματοδότησης από το δάνειο των 110 δισ. ευρώ.
Η Γερμανίδα καγκελάριος τις τελευταίες ημέρες είχε αποφύγει να εκφραστεί επισήμως αναφορικά με τα σενάρια που έθεταν την Ελλάδα σε πορεία εξόδου από την ευρωζώνη.
Η σιωπή αυτή επέτεινε τη διχογνωμία εντός του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία αλλά και στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συνεργάτες της κυρίας Μέρκελ, όπως ο Λαρς Φελντ δήλωσαν τις προηγούμενες ημέρες ότι «η αναδιάρθρωση είναι αναπόφευκτη για την Ελλάδα» ενώ ο βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών Φρανκ Σέφλερ δήλωσε ότι «οποιοδήποτε μέλος της ΕΕ θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να φύγει από την Ένωση και αν η Ελλάδα το θέλει αυτό εμείς θα την υποστηρίξουμε».
Σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αλλά και του εκπροσώπου των Χριστιανοδημοκρατών Μίκαελ Μάιστερ οι οποίοι επέμειναν ότι «η αναδιάρθρωση θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που ήδη έχουμε».
Απόκλιση σχετικά με τη διάσωση της Ελλάδας παρατηρείται επίσης και στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς η Γερμανία εμφανίζεται να επιθυμεί μία ήπια αναδιάρθρωση, πιθανόν με τη μορφή επιμήκυνσης της διάρκειας ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων, ενώ η Γαλλία και η ΕΚΤ προκρίνουν τη λύση ενός νέου πακέτου στήριξης στην Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Φρανσουά Φιγιόν υπογράμμισε χθες ότι «επιβάλλεται να συνεχίσουμε να δείχνουμε αλληλεγγύη προς την Ελλάδα», προσθέτοντας ότι αυτή θα πρέπει να συνδέεται με βαθιές οικονομικές μεταρρυθμίσεις εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Γιούργκεν Σταρκ δήλωσε ότι η βοήθεια προς την Ελλάδα «δεν είναι ένα πηγάδι χωρίς πάτο» και ότι η χώρα «δεν είναι αφερέγγυα», προσθέτοντας ότι μία αναδιάρθρωση (του χρέους) δεν αποτελεί λύση.
Επίσης το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστρίας, Έβαλντ Νοβότνι τάχθηκε κατά του «κουρέματος» των ελληνικών ομολόγων, σε συνέντευξη που έδωσε σε αυστριακό ραδιοφωνικό σταθμό.
«Πρέπει να γίνει συνείδηση ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα είχε αμέσως μαζικές συνέπειες για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και συνολικά για το τραπεζικό σύστημα. Το μόνο που θα έκανε, θα ήταν να ενισχύσει την κρίση», πρόσθεσε.
Στην ερώτηση, αν η Ελλάδα θα χρειασθεί να λάβει νέα δάνεια, ο κ. Νοβότνι απάντησε: «Δεν χρειάζεται να είναι νέα δάνεια. Μπορεί να είναι επίσης θέμα του χρονικού ορίζοντα που κάποιος πρέπει να αποπληρώσει», προσθέτοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει 25 έως 30 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο. «Η υπόθεση ήταν ότι το ποσό αυτό θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές τον επόμενο χρόνο», συνέχισε, προσθέτοντας: «Τώρα, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Το ερώτημα τώρα είναι πώς θα λυθεί αυτό το πρόβλημα».
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κάτοχος ελληνικών κρατικών ομολόγων, αρνείται κατηγορηματικά να κάνει λόγο για αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσιονομικού χρέους, την οποία θεωρεί αρνητικό μήνυμα προς τις αγορές.
Οι αγορές εμφανίζονται ήδη πεπεισμένες ότι η Ελλάδα δεν θα μπορεί να επιλύσει τα προβλήματά της αρκούμενη σε μία επείγουσα βοήθεια ύψους 110 δισεκατομμυρίων ευρώ που έλαβε πριν από έναν χρόνο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.